Πολλές φορές ξεκίνησα να γράφω κάποια από τα πράγματα που βίωσα κατά τα χρόνια της ενασχόλησης μου με την μουσική, ειδικώτερα με το έντεχνο τραγούδι και που πίστεψα και πιστεύω ότι, παρά την όλως διόλου ξένη προς τις περιγραφόμενες ευαισθησίες ενεστώσα πραγματικότητα, ηχούν στην καλύτερη περίπτωση παράξενα και, από την σκοπιά αυτή, άξια προσοχής. Πάντοτε όμως προσέκρουα στην εσωτερική μου αντίδραση. Μα τώρα ποιόν ενδιαφέρουν αυτά; Πράγματα και καταστάσεις που κείνται μισόν αιώνα πίσω; Πως θα γίνουν κατανοητά ελλείπουσας της ατμόσφαιρας της εποχής, και, το χειρότερο, χωρίς την επιθυμία της γνώσης της; Το αποφάσισα παρ' όλα αυτά γιατί, το μεν με παρεκίνησε ο κύκλος των φίλων μου που βράζουν εποχιακά στο ίδιο καζάνι αλλά και γιατί, όταν συζήτησα και με νέους ανθρώπους και αφηγήθηκα ψήγματα των περιστατικών και συνθηκών της εποχής εκείνης, μου δημιουργήθηκε η εντύπωση ότι ο κόσμος που περιγράφω, ήταν γι' αυτούς άγνωστος και μακρυνός, που όμως θα ήθελαν από φιλομάθεια να τον προσεγγίσουν και, στην περίπτωση των πιο ευαίσθητων απ' αυτούς, ένα απίστευτο, ένα άπιαστο όνειρο. [...]
(από τον πρόλογο του βιβλίου)
Περίληψη
Πολλές φορές ξεκίνησα να γράφω κάποια από τα πράγματα που βίωσα κατά τα χρόνια της ενασχόλησης μου με την μουσική, ειδικώτερα με το έντεχνο τραγούδι και που πίστεψα και πιστεύω ότι, παρά την όλως διόλου ξένη προς τις περιγραφόμενες ευαισθησίες ενεστώσα πραγματικότητα, ηχούν στην καλύτερη περίπτωση παράξενα και, από την σκοπιά αυτή, άξια προσοχής. Πάντοτε όμως προσέκρουα στην εσωτερική μου αντίδραση. Μα τώρα ποιόν ενδιαφέρουν αυτά; Πράγματα και καταστάσεις που κείνται μισόν αιώνα πίσω; Πως θα γίνουν κατανοητά ελλείπουσας της ατμόσφαιρας της εποχής, και, το χειρότερο, χωρίς την επιθυμία της γνώσης της; Το αποφάσισα παρ' όλα αυτά γιατί, το μεν με παρεκίνησε ο κύκλος των φίλων μου που βράζουν εποχιακά στο ίδιο καζάνι αλλά και γιατί, όταν συζήτησα και με νέους ανθρώπους και αφηγήθηκα ψήγματα των περιστατικών και συνθηκών της εποχής εκείνης, μου δημιουργήθηκε η εντύπωση ότι ο κόσμος που περιγράφω, ήταν γι' αυτούς άγνωστος και μακρυνός, που όμως θα ήθελαν από φιλομάθεια να τον προσεγγίσουν και, στην περίπτωση των πιο ευαίσθητων απ' αυτούς, ένα απίστευτο, ένα άπιαστο όνειρο. [...]
(από τον πρόλογο του βιβλίου)
Πληροφορίες προϊόντος
Συγγραφέας
Καμπουρόπουλος, Κωνσταντίνος Ι.
Eκδότης
Περίπλους
ISBN
9789604381111
Κωδικός Ευριπίδη 010100041952
Έτος κυκλοφορίας 2010
Σελίδες 111
Διαστάσεις 24χ16
Βάρος 343 gr
Καμπουρόπουλος, Κωνσταντίνος Ι.
Συγγραφέας
Ο Κωσταντίνος Ι. Καμπουρόπουλος γεννήθηκε στην Αθήνα το 1939. Στην Αθήνα έζησε όλα τα παραγωγικά του χρόνια. Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας και έγινε δικηγόρος, επάγγελμα από το οποίο εξήλθε συνταξιούχος, μετά από σαράντα πέντε χρόνια ενεργού δράσης. Παράλληλα με την επιστήμη του σπούδασε κλασικό τραγούδι στο Εθνικό Ωδείο και με ιδιωτικά μαθήματα (βαθύφωνος) ζωγραφική δε, σχεδόν ολοκληρωτικά, αυτοδιδασκόμενος. Ως φοιτητής ακόμα συνεργάστηκε με τη χορωδία της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών έλαβε μέρος σε πολλά φωνητικά σύνολα και εμφανίστηκε ατομικά σε πολλά ρεσιτάλ και συναυλίες ως σολίστ (αίθουσα Φιλολογικού Συλλόγου "Παρνασσός", Ελληνοαμερικανική Ένωση, Θέατρο Κολλεγίου Αθηνών, με τη συμφωνική ορχήστρα και τη χορωδία της ΕΡΤ, Γερμανική Eκκλησία κ.ά.).Υπάρχουν αρκετές ηχογραφήσεις του από τις συναυλίες αυτές και από συμπράξεις του σε φωνητικά σύνολα και με άριες από όπερες. (Κάποιες από τις σχετικές αναμνήσεις του περιέχονται στο βιβλίο του "Κορυδαλλός κατασφαγείς μειλιχίως", εκδ. Περίπλους 2011, συνοδευόμενες από CD με ηχογραφήσεις). Στο χώρο της ζωγραφικής εμφανίζεται για πρώτη φορά με ατομική έκθεση το φθινόπωρο του 1981 στην αίθουσα "Συλλογή" (Σε νεοκλασικό κτίριο επί της λεωφόρου Βασιλίσσης Σοφίας) και συγκεντρώνει επαινετικές κριτικές. Η επόμενη έκθεσή του γίνεται στην αίθουσα "΄Ωρα", στο Σύνταγμα (νεοκλασικό επί της οδού Ξενοφώντος) το φθινόπωρο του 1984 και την ίδια χρονιά στην Αίθουσα Ανταποκριτών Ελληνικού και Ξένου Τύπου επί της οδού Ακαδημίας. Μέχρι το τέλος της δεκαετίας του 1990 συμμετέχει σε πολλές εκθέσεις συλλογικές στην Ελλάδα (Δήμου Αθηναίων), στο Εξωτερικό (Γερμανία, Μάλτα -όπου και διακρίθηκε στη Bienale). Από το 2000 ως το 2008 διοργανώνει, τρεις ακόμη, ατομικές του εκθέσεις. Και πρώτα η μεγάλη έκθεση της ζωγραφικής του στο Ξενοδοχείο "Hilton" των Αθηνών, όπου εκτίθενται πάνω από διακόσια έργα του. Οι κριτικές και πάλι είναι επαινετικές αλλά όχι ενθουσιώδεις. Ενθουσιώδεις ήταν οι κριτικές για το έργο του στις δύο τελευταίες ατομικές του εκθέσεις. Η πρώτη έγινε το 2003 στον Πολυχώρο "Αθηναΐς", με εκατόν πενήντα έργα και η δεύτερη στο Μουσείο της Πόλεως των Αθηνών το 2007 με εκατό έργα. Σε όλες τις εκθέσεις του τα εκθέματα είναι ελαιογραφίες σε μουσαμά και, σπανιότερα, σε ξύλο. Έργα του υπάρχουν στο Αρσάκειο Μέγαρο, στον Άρειο Πάγο, στον Πολυχώρο "Αθηναΐς", στο Αρχείο της Alpha Bank, στο Μουσείο της Πόλεως των Αθηνών (Ίδρυμα Βούρου-Ευταξία), στο Δήμο Κηφισιάς και σε πολλές ιδιωτικές συλλογές. Η τεχνοτροπία του είναι κατά βάση ζωγραφική μορφών (βιζιονισμός) με έναν συνδυασμό του ρομαντικού στοιχείου με δομές σουρεαλιστικού εξπρεσιονισμού. Μεταχειρίζεται πάντοτε το ελαιόχρωμα και σπανίως ελαφρά υλικά (μόνο σε σκίτσα πρόχειρα ή ακουαρέλες, συχνά γελοιογραφικού χαρακτήρα).
Να τι λέει ο ίδιος σχετικά με τη ζωγραφική του (www.kampouropoulos.gr):
"Είμαι έλληνας ζωγράφος. Γεννήθηκα στην Eλλάδα, από έλληνες γονείς και ζω στην Eλλάδα. Έχω περάσει το εβδομηκοστό έτος της ηλικίας μου και είμαι πλέον στο τέλος της δημιουργικής μου ζωής. Είμαι Έλληνας τονίζω και σύγχρονος, αφού παραθέτω την ηλικία μου. Το ζωγραφικό μου όμως έργο δεν είναι ελληνικό, με την έννοια ότι δεν διαθέτει κανένα από τα στοιχεία που είθισται να συνθέτουν την ελληνικότητα των έργων των παραδοσιακών, τουλάχιστον, ελλήνων ζωγράφων. Δεν ζωγραφίζω τοπία με το ανεπανάληπτο ελληνικό φώς, παραλίες με ή χωρίς καράβια, με την παγκόσμια μοναδικότητά τους, σκηνές του καθημέρα βίου σε σημερινή αναφορά κλπ. Τίποτα από όλα αυτά. Η ζωγραφική μου έχει σκοτεινούς τόνους, οι θάλασσές μου, όπου υπάρχουν, συνδεόμενες όμως πάντα με μιά αφήγηση, είναι, συνήθως, άγριες (όχι μόνο κυματώδεις αλλά και με μία υποβόσκουσα απειλή). Επίσης το ζωγραφικό μου έργο δεν είναι σύγχρονο ως προς τα θέματά του και ειδικά τα πρόσωπα, τα αντικείμενα ή οι εικόνες του βίου, όποτε γίνονται, αναφέρονται, στη συντριπτική τους πλειοψηφία, σε ιστορικά προγενέστερες και απόμακρες εποχές. Κυριαρχούμαι από τρείς βασικά δυνάμεις που ανέλεγκ