Πολλοί αναρωτιούνται γιατί κάποιος που ενδιαφέρεται για τα σύγχρονα οικονομικά ζητήματα πρέπει να ασχοληθεί και με την ιστορία των οικονομικών θεωριών. Η απάντηση είναι ότι η Ιστορία πάντα βοηθάει να αντλήσουμε κάποια σωστά συμπεράσματα για τη δική μας εποχή, μολονότι οι συνθήκες είναι διαφορετικές.
Για παράδειγμα, με ποια πολιτική η αρχαία Αθήνα απέφυγε τους λιμούς ενώ παράλληλα δεν είχε αναπτύξει τεχνολογία, παρότι υπήρχαν οι τεχνικές γνώσεις για πολλά προβλήματα; Για ποιο λόγο η Βιομηχανική Επανάσταση έγινε στην Αγγλία και όχι στην πιο ισχυρή Γαλλία; Γιατί άργησαν τόσο πολύ οι οικονομολόγοι να κατανοήσουν την κρίση του 1929 και να αντιδράσουν σωστά; Γιατί οι οικονομίες κεντρικού σχεδιασμού δεν μπόρεσαν να επιλύσουν βασικά προβλήματα παραγωγής και διανομής και κατέρρευσαν το 1989;
Το βιβλίο επιχειρεί μια κριτική εξιστόρηση της σχέσης οικονομικών θεωριών και κρίσεων από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα και περιγράφει με ποια κριτήρια μπορεί να αξιολογούνται και να συγκρίνονται. Ειδικότερα, αναλύεται ποιοι πυλώνες της κυρίαρχης θεωρίας κλονίστηκαν μετά την παγκόσμια κρίση του 2008 και πώς αναθεωρούνται για να ερμηνεύσουν τα αίτια και να αποτρέψουν την επανάληψή της.
Περίληψη
Πολλοί αναρωτιούνται γιατί κάποιος που ενδιαφέρεται για τα σύγχρονα οικονομικά ζητήματα πρέπει να ασχοληθεί και με την ιστορία των οικονομικών θεωριών. Η απάντηση είναι ότι η Ιστορία πάντα βοηθάει να αντλήσουμε κάποια σωστά συμπεράσματα για τη δική μας εποχή, μολονότι οι συνθήκες είναι διαφορετικές.
Για παράδειγμα, με ποια πολιτική η αρχαία Αθήνα απέφυγε τους λιμούς ενώ παράλληλα δεν είχε αναπτύξει τεχνολογία, παρότι υπήρχαν οι τεχνικές γνώσεις για πολλά προβλήματα; Για ποιο λόγο η Βιομηχανική Επανάσταση έγινε στην Αγγλία και όχι στην πιο ισχυρή Γαλλία; Γιατί άργησαν τόσο πολύ οι οικονομολόγοι να κατανοήσουν την κρίση του 1929 και να αντιδράσουν σωστά; Γιατί οι οικονομίες κεντρικού σχεδιασμού δεν μπόρεσαν να επιλύσουν βασικά προβλήματα παραγωγής και διανομής και κατέρρευσαν το 1989;
Το βιβλίο επιχειρεί μια κριτική εξιστόρηση της σχέσης οικονομικών θεωριών και κρίσεων από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα και περιγράφει με ποια κριτήρια μπορεί να αξιολογούνται και να συγκρίνονται. Ειδικότερα, αναλύεται ποιοι πυλώνες της κυρίαρχης θεωρίας κλονίστηκαν μετά την παγκόσμια κρίση του 2008 και πώς αναθεωρούνται για να ερμηνεύσουν τα αίτια και να αποτρέψουν την επανάληψή της.
Ο Νίκος Μ. Χριστοδουλάκης γεννήθηκε το 1952 στην Κρήτη και σπούδασε αρχικά στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο. Ως φοιτητής έλαβε ενεργό μέρος στο αντιδικτατορικό κίνημα -ήταν μέλος της συντονιστικής επιτροπής κατάληψης του Πολυτεχνείου το 1973- και στη μεταπολίτευση υπήρξε στέλεχος της ανανεωτικής αριστεράς. Μετά το 1980 συνέχισε τις σπουδές του στο Πανεπιστήμιο του Καίμπριτζ, από το οποίο έλαβε διδακτορικό δίπλωμα και εργάστηκε στο Τμήμα Εφαρμοσμένων Οικονομικών έως το 1986. Στην συνέχεια εργάστηκε ως ερευνητής στο Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο της Φλωρεντίας, στο Ινστιτούτο Tinbergen του Άμστερνταμ και το London Business School, ενώ διετέλεσε επισκέπτης-καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Καρόλου της Πράγας και στο Πανεπιστήμιο Κύπρου. Την τριετία 1992-95 είχε εκλεγεί Αντιπρύτανης στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο. Έχει δημοσιεύσει πολλές εργασίες και άρθρα σε διεθνή περιοδικά για θέματα οικονομικής πολιτικής, διακυμάνσεων και ανάπτυξης, καθώς και δύο βιβλία ("Το νέο τοπίο της ανάπτυξης", 1998, "Το εκκρεμές της σύγκλισης", 2006). Την περίοδο 1993-96 διετέλεσε Γενικός Γραμματέας Έρευνας και Τεχνολογίας και αργότερα οικονομικός σύμβουλος του πρωθυπουργού κ. Κ. Σημίτη. Τον Σεπτέμβριο του 1996 ορίστηκε Υφυπουργός Οικονομικών αρμόδιος για τον προϋπολογισμό και την διαχείριση του δημόσιου χρέους, κατά την κρίσιμη περίοδο ένταξης της Ελλάδος στην ΟΝΕ. Στην διάρκεια της θητείας του εφαρμόστηκαν νέα μισθολόγια για όλο τον δημόσιο τομέα και ιδρύθηκε ο Οργανισμός Περίθαλψης Δημοσίων Υπαλλήλων και Συνταξιούχων. Εκσυγχρονίστηκε η αγορά ομολόγων και εισήχθησαν νέα εργαλεία ενεργού διαχείρισης του δημόσιου χρέους με αποτέλεσμα την μείωση του κατά 10% του ΑΕΠ σε μια τριετία. Τον Απρίλιο του 2000 ορίστηκε Υπουργός Ανάπτυξης με αρμοδιότητα τους τομείς Ενέργειας, Βιομηχανίας, Τουρισμού, Εμπορίου και Έρευνας. Στη διάρκεια της θητείας του αναβαθμίστηκαν οι αρμοδιότητες της Επιτροπής Ανταγωνισμού, χορηγήθηκαν οι πρώτες άδειες ιδιωτών παραγωγών ηλεκτρισμού, απελευθερώθηκε ο ξενοδοχειακός τομέας στην Αθήνα, άλλαξε το πλαίσιο βιομηχανικής δραστηριότητας στην Αττική και ξεκίνησε η οικιακή και εμπορική χρήση φυσικού αερίου στις μεγάλες πόλεις. Τον Οκτώβριο 2001 ανέλαβε Υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών έως τις εκλογές του Μαρτίου 2004. Κατά το δεύτερο εξάμηνο του 2002 προήδρευσε στην Ομάδα Υπουργών της Ευρωζώνης (Eurogroup). Διετέλεσε βουλευτής και μέλος της Κ.Ο. του ΠΑΣΟΚ μεταξύ 2004-2007. Σήμερα είναι καθηγητής στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών (ΑΣΟΕΕ) και Research Associate στο LSE.
Χριστοδουλάκης, Νίκος Μ.
Συγγραφέας
Ο Νίκος Μ. Χριστοδουλάκης ασχολείται με θέματα δημοσιονομικής πολιτικής, δημόσιου χρέους και ανάπτυξης. Είναι καθηγητής Οικονομικής Ανάλυσης στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών (ΑΣΟΕΕ) και παράλληλα Research Associate στο Ελληνικό Παρατηρητήριο του London School of Economics. Διδάσκει Μακροοικονομία, Ιστορία Οικονομικών Θεωριών και Διεθνή Οικονομικά.
Γεννήθηκε το 1952 στην Κρήτη και σπούδασε αρχικά στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο. Ως φοιτητής έλαβε ενεργό μέρος στο αντιδικτατορικό κίνημα -ήταν μέλος της συντονιστικής επιτροπής κατάληψης του Πολυτεχνείου το 1973- και στη μεταπολίτευση υπήρξε στέλεχος της ανανεωτικής αριστεράς. Μετά το 1980 συνέχισε τις σπουδές του στο Πανεπιστήμιο του Καίμπριτζ, από το οποίο έλαβε διδακτορικό δίπλωμα και εργάστηκε στο Τμήμα Εφαρμοσμένων Οικονομικών έως το 1986. Στην συνέχεια εργάστηκε ως ερευνητής στο Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο της Φλωρεντίας, στο Ινστιτούτο Tinbergen του Άμστερνταμ και το London Business School, ενώ διετέλεσε επισκέπτης-καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Καρόλου της Πράγας και στο Πανεπιστήμιο Κύπρου. Την τριετία 1992-95 είχε εκλεγεί Αντιπρύτανης στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο. Έχει δημοσιεύσει πολλές εργασίες και άρθρα σε διεθνή περιοδικά για θέματα οικονομικής πολιτικής, διακυμάνσεων και ανάπτυξης, καθώς και δύο βιβλία ("Το νέο τοπίο της ανάπτυξης", 1998, "Το εκκρεμές της σύγκλισης", 2006). Την περίοδο 1993-96 διετέλεσε Γενικός Γραμματέας Έρευνας και Τεχνολογίας και αργότερα οικονομικός σύμβουλος του πρωθυπουργού κ. Κ. Σημίτη. Τον Σεπτέμβριο του 1996 ορίστηκε Υφυπουργός Οικονομικών αρμόδιος για τον προϋπολογισμό και την διαχείριση του δημόσιου χρέους, κατά την κρίσιμη περίοδο ένταξης της Ελλάδος στην ΟΝΕ. Στην διάρκεια της θητείας του εφαρμόστηκαν νέα μισθολόγια για όλο τον δημόσιο τομέα και ιδρύθηκε ο Οργανισμός Περίθαλψης Δημοσίων Υπαλλήλων και Συνταξιούχων. Εκσυγχρονίστηκε η αγορά ομολόγων και εισήχθησαν νέα εργαλεία ενεργού διαχείρισης του δημόσιου χρέους με αποτέλεσμα την μείωση του κατά 10% του ΑΕΠ σε μια τριετία. Τον Απρίλιο του 2000 ορίστηκε Υπουργός Ανάπτυξης με αρμοδιότητα τους τομείς Ενέργειας, Βιομηχανίας, Τουρισμού, Εμπορίου και Έρευνας. Στη διάρκεια της θητείας του αναβαθμίστηκαν οι αρμοδιότητες της Επιτροπής Ανταγωνισμού, χορηγήθηκαν οι πρώτες άδειες ιδιωτών παραγωγών ηλεκτρισμού, απελευθερώθηκε ο ξενοδοχειακός τομέας στην Αθήνα, άλλαξε το πλαίσιο βιομηχανικής δραστηριότητας στην Αττική και ξεκίνησε η οικιακή και εμπορική χρήση φυσικού αερίου στις μεγάλες πόλεις. Τον Οκτώβριο 2001 ανέλαβε Υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών έως τις εκλογές του Μαρτίου 2004. Κατά το δεύτερο εξάμηνο του 2002 προήδρευσε στην Ομάδα Υπουργών της Ευρωζώνης (Eurogroup). Διετέλεσε βουλευτής και μέλος της Κ.Ο. του ΠΑΣΟΚ μεταξύ 2004-2007.