... Σήμερον η αύξησις του παγκοσμίου πλούτου επέφερε τον πολλαπλασιασμόν των Τραπεζών· αι Τράπεζαι συγκεντρώνουν κεφάλαια μέγιστα, τα οποία δεν συμφέρει να μένουν νεκρά· παρέχονται λοιπόν ευκόλως εις τους μη έχοντας ίδια κεφάλαια. Τοιουτοτρόπως ο κύκλος των συναλλαγών ηύξησε τεραστίως και δεν είναι εύκολος ο συναγωνισμός μεταξύ των εργαζομένων με τα ιδικά των περιωρισμένα κεφάλαια και των διαχειριζομένων ξένα χρήματα. Εξ άλλου, αι σχέσεις μεταξύ ζητήσεως και καταναλώσεως μετεβλήθησαν ένεκα των ευκολιών της συνεννοήσεως και της συγκοινωνίας, και δεν έχει όσην άλλοτε σημασίαν η μεσολάβησις του εμπόρου. Σήμερον δύναταί τις να είπη, ότι το εμπόριον αποβλέπει κυρίως εις την απόκτησιν μικρού κέρδους από επιχειρήσεις μεγάλας και ταχείας, συνεχώς επαναλαμβανομένας. Οι ολίγοι όσοι επέτυχαν να εφαρμόσουν εις τας εργασίας των νέον οργανισμόν, εξακολουθούν να εμπορεύωνται επωφελώς...
Περίληψη
... Σήμερον η αύξησις του παγκοσμίου πλούτου επέφερε τον πολλαπλασιασμόν των Τραπεζών· αι Τράπεζαι συγκεντρώνουν κεφάλαια μέγιστα, τα οποία δεν συμφέρει να μένουν νεκρά· παρέχονται λοιπόν ευκόλως εις τους μη έχοντας ίδια κεφάλαια. Τοιουτοτρόπως ο κύκλος των συναλλαγών ηύξησε τεραστίως και δεν είναι εύκολος ο συναγωνισμός μεταξύ των εργαζομένων με τα ιδικά των περιωρισμένα κεφάλαια και των διαχειριζομένων ξένα χρήματα. Εξ άλλου, αι σχέσεις μεταξύ ζητήσεως και καταναλώσεως μετεβλήθησαν ένεκα των ευκολιών της συνεννοήσεως και της συγκοινωνίας, και δεν έχει όσην άλλοτε σημασίαν η μεσολάβησις του εμπόρου. Σήμερον δύναταί τις να είπη, ότι το εμπόριον αποβλέπει κυρίως εις την απόκτησιν μικρού κέρδους από επιχειρήσεις μεγάλας και ταχείας, συνεχώς επαναλαμβανομένας. Οι ολίγοι όσοι επέτυχαν να εφαρμόσουν εις τας εργασίας των νέον οργανισμόν, εξακολουθούν να εμπορεύωνται επωφελώς...
Δημήτριος Βικέλας (1835-1908). Ο Δημήτριος Βικέλας γεννήθηκε στην Ερμούπολη της Σύρου το 1835, καταγόμενος από μεγάλη εμπορική οικογένεια με καταβολές στη Βέροια και αρχικό όνομα Μπεκέλα ή Μπικέλα. Πατέρας του ήταν ο έμπορος Εμμανουήλ Βικέλας και μητέρα του η Σμαράγδα, κόρη του εμπόρου Γεωργίου Μελά και αδελφή του Λέοντος Μελά. Σε ηλικία τεσσάρων ετών έμεινε για ένα χρόνο στο Ναύπλιο με την οικογένειά του, η οποία ένα χρόνο μετά εγκαταστάθηκε στην Κωνσταντινούπολη. Τα πρώτα γράμματα έμαθε κοντά στη μορφωμένη και φιλομαθή μητέρα του, ενώ γενικά η μόρφωσή του δεν υπήρξε συστηματική λόγω των συνεχών μετακινήσεων της οικογένειάς του. Στην Πόλη πέρασε εννιά χρόνια ως το 1849, οπότε επέστρεψε στη Σύρο μαζί με τη μητέρα του και φοίτησε στο Λύκειο του Χ.Ευαγγελίδη. Συμμαθητής του Εμμανουήλ Ροΐδη, μαζί του εξέδωσε το χειρόγραφο μαθητικό περιοδικό Λυκείου Μέλισσα. Το 1851 σε ηλικία δεκαέξι ετών μετέφρασε το έργο του Ρακίνα Εσθήρ, που ανέβηκε σε σχολική παράσταση και εκδόθηκε στην Ερμούπολη. Τη μετάφραση αυτή απέδωσε ο Βικέλας στον ελβετό Weiss, δάσκαλό του στην Οδησσό. Τον επόμενο χρόνο έφυγε για το Λονδίνο, όπου πέρασε 24 χρόνια της ζωής του, ασχολούμενος με το εμπόριο, εργαζόμενος ως υπάλληλος στο κατάστημα της εταιρείας Ανεψιοί Μαύρου και ως συνέταιρος στον οίκο των αδελφών Μελά. Παράλληλα φοίτησε στο University College, λόγω περιορισμένου χρόνου ωστόσο απέκτησε μόνο Δίπλωμα Βοτανικής. Δεν έπαψε όμως να ενδιαφέρεται για τη λογοτεχνία, μελέτησε φιλολογία και ιστορία, ενώ έγραψε στίχους και μεταφράσεις ( από τον Όμηρο, τον Θεόκριτο, τον Goethe, τον Alfieri, κ.α.). Στο Λονδίνο ο Βικέλας έδρασε και υπέρ της διατήρησης του ελληνικού χαρακτήρα της ομογένειας, προωθώντας για παράδειγμα την ίδρυση του εκεί ελληνικού σχολείου. Το 1855 επισκέφτηκε την οικογένειά του στην Kωνσταντινούπολη και πήρε μέρος για πρώτη φορά σε ποιητικό διαγωνισμό (τον Ράλλειο με το ποίημα Αναμνήσεις του Πριγκήπου). Ακολούθησαν δημοσιεύσεις ποιημάτων του, άλλοτε στην καθαρεύουσα και άλλοτε στη δημοτική στην Πανδώρα και άλλα λογοτεχνικά περιοδικά, ενώ το 1862 δημοσίευσε στο Λονδίνο την ποιητική συλλογή Στίχοι. Το 1859 γνωρίστηκε με τον Αλέξανδρο Δουμά, κατά τη διάρκεια ταξιδιού του με ατμόπλοιο προς την Αγγλία. Στην Αγγλία παντρεύτηκε την Καλλιόπη Γεραλοπούλου, καταγόμενη επίσης από οικογένεια μεγαλοεμπόρων. Μαζί της ταξίδεψε στην Ευρώπη μέχρι το 1876, οπότε λόγω της πανευρωπαϊκής οικονομικής κρίσης της περιόδου εκείνης διαλύθηκε η συνεργασία του με την εταιρεία των αδελφών Μελά, και το ζευγάρι επιχείρησε να εγκατασταθεί στην Αθήνα. Τον επόμενο χρόνο όμως η επιδείνωση της ήδη διαταραγμένης ψυχικής υγείας της Καλλιόπης, τους ανάγκασε να επιστρέψουν στο Παρίσι. Εκεί ο Βικέλας ασχολήθηκε ξανά με τη μετάφραση (μεταφράσεις του από έργα του Σαίξπηρ ανέβηκαν στην Αθήνα), με διαλέξεις και αρθρογραφία, ενώ έγραψε επίσης το έργο Λουκής Λάρας που τον καθιέρωσε στο χώρο της νεοελληνικής λογοτεχνίας. Ο Λουκής Λάρας πρωτοδημοσιεύτηκε στην Εστία το 1879 και τον ίδιο χρόνο εκδόθηκε αυτοτελώς, ενώ σύντομα μεταφράστηκε σε πολλές σλαβικές και ευρωπαϊκές γλώσσες. Ως το 1897 ταξίδευε διαρκώς από το Παρίσι προς την Αθήνα και την Κωνσταντινούπολη και αντιστρόφως, ενώ η σύζυγός του ήταν έγκλειστη στο ψυχιατρείο του Ivry. Το 1886 χρονολογούνται τα διηγήματά του Φίλιππος Μάρθας, Άσχημη αδελφή, Ανάμνησις και Παππα-Νάρκισσος. Το 1893 εξέδωσε τον τόμο Διαλέξεις και Αναμνήσεις, με 23 δοκίμιά του της περιόδου 1860 - 1893, και υπήρξε ηγετικό μέλος της επιτροπής για τη διοργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας του 1896. Από το 1897 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα και ως το τέλος της ζωής του προσανατολίστηκε κυρίως προς κοινωφελή έργα, με προεξέχον την ίδρυση του Συλλόγου προς Διάδοσιν Ωφελίμων Βιβλίων, σε συνεργασία με τον Γεώργιο Δροσίνη. Στα πλαίσια του Συλλόγου εκδόθηκαν πάνω από εκατό τίτλοι βιβλίων ποικίλης θεματολογίας, ιδρύθηκε το Σχολικό Μουσείο, η Σχολική Βιβλιοθήκη, η Συλλογή πινάκων εποπτικής διδασκαλίας, ενώ το 1907 κυκλοφόρησε και το περιοδικό Μελέτη. Το 1904 με πρωτοβουλία του Βικέλα και του