Ωριγένης
Συγγραφέας
Ο Ωριγένης γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια γύρω στο 182 μ.χ, πρώτο από επτά παιδιά Ελλήνων Χριστιανών γονέων, και πέθανε στην Τύρο περίπου το 254 μ.Χ. Ο Ωριγένης υπήρξε εκ των σπουδαιότερων και πολυγραφότερων Χριστιανών συγγραφέων, σχολιαστής της Αγίας γραφής, ο οποίος άσκησε δια της διδασκαλίας και των συγγραμμάτων του, μεγάλη επίδραση τόσο στους συγχρόνους του όσο και στους μεταγενέστερους.
Ταυτοχρόνως έθεσε τα θεμέλια της συστηματοποιήσεως της Χριστιανικής διδασκαλίας, και θεωρείται από πολλούς ως ο πατέρας της θεολογίας. Τα περισσότερα από τα συγγράμματα του αναφέρονται στην κριτική και την ερμηνεία της Άγιας Γραφής, την οποία ερμήνευσε σχεδόν στο σύνολο της είτε υπό την μορφή συντόμων ερμηνευτικών σχολίων, είτε υπό την μορφή ηθικών ομιλιών σε κάποιες περικοπές, αλλά και με εκτεταμένες αλληγορικές ερμηνείες καθώς αναζητούσε πίσω από το κείμενο κρυμμένες υψηλές πνευματικές έννοιες.
Ο Ωριγένης διδάχθηκε την Αγία Γραφή από τον πατέρα του Λεωνίδη και τον Κλήμη τον Αλεξανδρέα, ταυτοχρόνως όμως υπήρξε βαθύς γνώστης της Ελληνικής φιλοσοφίας. Στα εικοσιπέντε χρόνια του έγινε μαθητής του Αμμώνιο Σακκά που ήταν ο ιδρυτής της εκλεκτικής φιλοσοφίας σχολής, έχοντας ως συμμαθητές τον Πλωτίνο, τον Λογγίνο (213-273) και τον Ηρακλά, ενώ παράλληλα σπούδαζε την Εβραϊκή γλώσσα.
Το όνομα Ωριγένης ήταν "παγανιστικό" και σήμαινε "από το γένος του Ώρου", (θεός της Αιγύπτου), ενώ συμφώνα με ιστορικές πηγές, ο Ωριγένης, ο Συνέσιος (370-415), ακόμα και ο Κλήμης είχαν μυηθεί στα Μυστήρια.Ο Ωριγένης για το πλήθος των συγγραμμάτων του ονομάσθηκε "χαλκέντερος", και για το ήθος του "Αδαμάντιος". Για τον ακριβή αριθμό των συγγραμμάτων του υπάρχουν αντιφατικά στοιχεία. Σύμφωνα με τον Ευσέβιο τα συγγράμματα του ανέρχονται περίπου στα 2.000, κατά τον Επιφάνιο σε 6.000, ενώ κατά τον Ιερώνυμο περίπου σε 800. Παρόλα αυτά κατηγορήθηκε όσο λίγοι κυρίως διότι υποστηρίχθηκε ότι "ανακάτεψε" Πλατωνικές και Χριστιανικές θεωρίες.
Το 202 και κατά την διάρκεια του διωγμού του Σεπτίμιου Σεβήρου, ο πατέρας του φυλακίστηκε, μαρτύρησε και δημεύτηκε η περιουσία του, αφήνοντας δίχως εισοδήματα την εννεαμελή οικογένεια του . Ο Ωριγένης σε νεαρή ηλικία (17 χρονών) προέτρεψε τον πατέρα του να μαρτυρήσει παρά να αρνηθεί τον Χριστό.
Μετά την θανάτωση του πατέρα του ο Ωριγένης για να βοηθήσει την οικογένεια του αντέγραφε αρχαίους συγγραφείς αμειβόμενος. Ταυτόχρονος την ημέρα δίδασκε δίχως αμοιβή, και την νύχτα μελετούσε την βίβλο ζώντας ασκητική και λιτή ζωή.
Ο μεγάλος αριθμός των μαθητών του από άντρες και γυναίκες τόσο "Εθνικών" όσο και Ιουδαίων, τον ανάγκασε να ορίσει χωρίσει τους μαθητές του σε δύο τμήματα, των αρχαρίων στην οποία δίδασκε ο Ηρακλάς, και των προχωρημένων στους οποίους δίδασκε ο ίδιος.Επί βασιλείας Καρκάλλα 211- 212 επισκέφτηκε την Ρώμη αλλά απογοητεύτηκε από τον Ρωμαϊκό τρόπο ζωής. Ο Ωριγένης αργότερα γνωρίζεται με τον Αμβρόσιο ο οποίος το 218 εκδίδει κάποια από τα βιβλία του. Ο Καρακάλας αρχίζει και πάλι τους διωγμούς και κλείνει την σχολή του Ωριγένη. Προσκλήσεις κατέφθαναν από όλες τις πόλεις, και επισκέφτηκε την Αραβία, την Παλαιστίνη, την Συρία, την Ελλάδα.
Το 213 διερχόμενος από την Καισαρεία της Παλαιστίνης οι φίλοι του επίσκοποι Αλέξανδρος Ιεροσολύμων και Θεόπιστος Καισαρείας τον χειροτόνησαν πρεσβύτερο. Ο επίσκοπος όμως της περιφέρειας του Δημήτριος του στέρησε το ιερατικό του αξίωμα, κατηγορώντας τον για αιρετικές διδασκαλίες. Ταυτόχρονα κατέκρινε τους επισκόπους διότι χειροτόνησαν άτομο της δικής του περιφέρειας χωρίς την έγκρισή του.
Τυπικά ο λόγος καθαίρεσης ήταν ο αυτοευνουχισμός, πράξη που ο ίδιος είχε επαινέσει όταν έγινε, αλλά ουσιαστικός λόγος ήταν η "επικίνδυνα υψηλή" φήμη του Ωριγένη. Η καταδικαστική ή απόφαση αν και στάλθηκε για επικύρωση σε όλες τις εκκλησίες, δεν επικυρώθηκε από το σύνολο των εκκλησιών. Ο Ωριγένης δεν επέστρεψε στην Αλεξάνδρεια, ανάθεσε τη Σχολή στον Ηρακλά, και εγκαταστάθηκε στην Καισαρεία Παλαιστίνης το 231 όπου άνοιξε νέα σχολή η οποία λειτούργησε δεκαεπτά χρόνια,