Πριν από ακριβώς πενήντα χρόνια, τον Ιανουάριο του 1968, εκδόθηκε ένα άγνωστο ως τότε έργο του Τζέιμς Τζόις (1882-1941), το "Giacomo Joyce". Θέμα του έργου, ο κρυφός έρωτας ενός καθηγητή αγγλικών, περσόνα του ίδιου του Τζόις, προς μια (ίσως και περισσότερες) μαθήτριά του στην Τεργέστη λίγο πριν τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Το μεταιχμιακό αυτό έργο, μέσα στις λίγες γριφώδεις, πλην πυκνές σε αισθητικό, κοινωνικό και ηθικό νόημα σελίδες του, επιτρέπει στον αμύητο στην τζοϊσική τέχνη όχι μόνο να απολαύσει αλλά και να εξοικειωθεί με τη "γραμματική και το συντακτικό" του πιο επιδραστικού και απαιτητικού συγγραφέα στον 20ό αιώνα. Κι αυτό επειδή το Giacomo χαρακτηρίζει η αισθαντική γοητεία της Μουσικής Δωματίου, η κοινωνική ανάλυση των Δουβλινέζων, το υπαρξιακό δράμα του Πορτρέτου, η ηθική τόλμη των Εξορίστων, η ρηξικέλευθη λογοτεχνικότητα του Ulysses και η προκλητική αυθάδεια του Finnegans Wake.
Στον παρόντα τόμο αυτή η διάσταση του έργου γίνεται κατανοητή με τον καλύτερο τρόπο: όχι μόνο με τη νέα σύγχρονη μετάφραση του έργου, αλλά και χάρη στην αναλυτική Εισαγωγή και τα διευκρινιστικά Ερμηνευτικά Σχόλια που ο Άρης Μαραγκόπουλος, οπλισμένος με εξαντλητική βιβλιογραφική σκευή, το τεκμηριώνει και παρουσιάζει στον Έλληνα αναγνώστη.
Περίληψη
Πριν από ακριβώς πενήντα χρόνια, τον Ιανουάριο του 1968, εκδόθηκε ένα άγνωστο ως τότε έργο του Τζέιμς Τζόις (1882-1941), το "Giacomo Joyce". Θέμα του έργου, ο κρυφός έρωτας ενός καθηγητή αγγλικών, περσόνα του ίδιου του Τζόις, προς μια (ίσως και περισσότερες) μαθήτριά του στην Τεργέστη λίγο πριν τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Το μεταιχμιακό αυτό έργο, μέσα στις λίγες γριφώδεις, πλην πυκνές σε αισθητικό, κοινωνικό και ηθικό νόημα σελίδες του, επιτρέπει στον αμύητο στην τζοϊσική τέχνη όχι μόνο να απολαύσει αλλά και να εξοικειωθεί με τη "γραμματική και το συντακτικό" του πιο επιδραστικού και απαιτητικού συγγραφέα στον 20ό αιώνα. Κι αυτό επειδή το Giacomo χαρακτηρίζει η αισθαντική γοητεία της Μουσικής Δωματίου, η κοινωνική ανάλυση των Δουβλινέζων, το υπαρξιακό δράμα του Πορτρέτου, η ηθική τόλμη των Εξορίστων, η ρηξικέλευθη λογοτεχνικότητα του Ulysses και η προκλητική αυθάδεια του Finnegans Wake.
Στον παρόντα τόμο αυτή η διάσταση του έργου γίνεται κατανοητή με τον καλύτερο τρόπο: όχι μόνο με τη νέα σύγχρονη μετάφραση του έργου, αλλά και χάρη στην αναλυτική Εισαγωγή και τα διευκρινιστικά Ερμηνευτικά Σχόλια που ο Άρης Μαραγκόπουλος, οπλισμένος με εξαντλητική βιβλιογραφική σκευή, το τεκμηριώνει και παρουσιάζει στον Έλληνα αναγνώστη.
Πληροφορίες προϊόντος
Συγγραφέας
Joyce, James
Eκδότης
Τόπος
ISBN
9789604992478
Κωδικός Ευριπίδη 010200050550
Έτος κυκλοφορίας 2018
Σελίδες 224
Διαστάσεις 24χ17
Βάρος 0 gr
Joyce, James
Συγγραφέας
Ο James Augustine Aloysious Joyce (1882-1941) γεννήθηκε στις 2 Φλεβάρη σε προάστειο του Δουβλίνου, από τυπική Ιρλανδική οικογένεια, μεγαλύτερος από τα 10 τους παιδιά. Ο πατέρας, John Stanislaus Joyce, φανατικός αντικληρικός και φιλελεύθερος, ενώ η μητέρα φανατικά καθολική. Στα παιδικά χρόνια του, η οικογένειά του ήταν εύπορη αλλά το 1891, εξαιτίας κακών οικονομικών χειρισμών και με τον αλκοολισμό του πατέρα, οδηγήθηκε στη πτώχευση. Η οικογένεια πουλά σιγά-σιγά τη περιουσία της. Περνούνε περίοδο μεγάλης ανέχειας. Σε 10 χρόνια μετακομίζουνε 12 φορές. Ο πατέρας αλκοολικός χρωστούσε παντού. Πρώτες σπουδές το 1888 στο κολέγιο Clongowes Wood, όμως αναγκάστηκε να το εγκαταλείψει είτε λόγω ασθένειας, είτε λόγω αδυναμίας πληρωμής διδάκτρων. Για σύντομο διάστημα πήρε μαθήματα κατ' οίκον αλλά και στη σχολή Christian Brothers (Χριστιανοί Αδελφοί) μέχρι που του προσφέρθηκε θέση στο κολέγιο Belvedere, διευθυνόμενο από Ιησουίτες. Η παραδοσιακή πειθαρχία των καθολικών θα γίνει η πρώτη εξορία κι ο λαβύρινθός του. Σε μιαν εφηβική κρίση μάλιστα κόντεψε να γίνει ιερέας. Παρά το θρησκευτικό περιβάλλον όμως, που μέσα του σπούδασε, στα 16 του αρνήθηκε τον καθολικισμό. "Θα με σώσει μια πόρνη κι η ποίηση", θα πει αργότερα. Το 1898, γράφτηκε στο University College Dublin και σπούδασε κυρίως αγγλικά, γαλλικά κι ιταλικά ενώ παράλληλα δραστηριοποιήθηκε στους θεατρικούς και λογοτεχνικούς κύκλους της πόλης. Το 1900 δημοσιεύτηκε πρώτη φορά κείμενο του, στην εφημερίδα "Fortni" κι αφορούσε κριτική μελέτη στη θεατρική δραματουργία του Ίψεν -δέχτηκε αργότερα ευχαριστήρια επιστολή από τον ίδιο τον Νορβηγό συγγραφέα. Ακολούθησαν αρκετές δημοσιεύσεις κριτικών του. Θεωρείται επίσης πως ολοκλήρωσε τουλάχιστον 2 θεατρικά έργα, που όμως δεν έχουν διασωθεί. Μετά την αποφοίτησή του το 1903 αποφάσισε να φοιτήσει στην Ιατρική Σχολή Δουβλίνου, αλλά ταξίδεψε στο Παρίσι και σύντομα εγκατέλειψε τις ιατρικές σπουδές. Από 11/11/1902-19/11/1903 δημοσιευτήκανε συνολικά 23 βιβλιοκριτικές του. Τον Απρίλη του 1903 επέστρεψε στο Δουβλίνο καθώς έμαθε πως η μητέρα του έπασχε από καρκίνο. Προσπάθησε να τον πείσει, έστω την ύστατη στιγμή της, ν' ασπαστεί τον καθολικισμό, μα κείνος αρνήθηκε να γονατίσει και να προσευχηθεί για τη σωτηρία της, μαζί με την υπόλοιπη οικογένεια. Άρχισε να πίνει κι η κατάσταση ήτανε πολύ άσχημη κι όταν η μητέρα πέθανε στις 13 Αυγούστου, καθώς εκείνος συνέχισε το ποτό κι έφερε βαριά την άρνησή του στη θέλησή της, γεγονός που τον επηρέασε βαθιά. Την επόμενη χρονιά κέρδισε το χάλκινο μετάλλιο του Feis Ceoil, τραγουδώντας, καθώς ήτανε και θαυμάσιος τενόρος.
Το Γενάρη του 1904 ολοκλήρωσε το "Πορτρέτο Του Καλλιτέχνη" (A Portrait Οf Τhe Artist), η δημοσίευσή του όμως, απορρίφθηκε από το περιοδικό Dana. Παράλληλα ξεκίνησε τη συγγραφή του μυθιστορήματος "Στέφεν ο Ήρωας" (Stephen Hero), έργο που έμεινε ημιτελές. Την ίδια χρονιά, στις 6 Ιουνίου, (η μέρα bloomsday), καταγράφεται η πρώτη γνωριμία του με τη Νόρα Μπάρνακλ (Nora Barnacle), καμαριέρα σε ξενοδοχείο, που την ερωτεύτηκε και μαζί της αργότερα, τον Οκτώβρη, εγκατέλειψε την Ιρλανδία. Αρχικά εγκατασταθήκανε στη Ζυρίχη κι έπειτα στη Τεργέστη, που εργάστηκε σα δάσκαλος στη σχολή Berlitz. Στις 27 Ιουλίου 1905, αποκτήσανε τον πρώτο τους γιο, Giorgio -συνολικά στα 36 χρόνια κοινής τους ζωής, αποκτήσανε 2 παιδιά. Στη Τεργέστη, παρέμεινε για τα επόμενα 15 περίπου χρόνια, με διακοπή 1 έτους, όταν τον Ιούλιο του 1906, εγκατασταθήκανε στη Ρώμη, που εργάστηκε σα τραπεζικός υπάλληλος. Επισκεπτόταν αραιά και που το Δουβλίνο, ενώ το 1909 προσπάθησε για σύντομο χρονικό διάστημα, σε συνεργασία μ' άλλους επιχειρηματίες να λειτουργήσει κινηματογράφους στην Ιρλανδία. Σύντομα εγκατέλειψε το εγχείρημα κι επέστρεψε στη Τεργέστη αφού όμως προηγουμένως είχε υπογράψει συμβόλαιο με τον εκδοτικό οίκο "Maunsel & Co"., για την έκδοση της συλλογής διηγημάτων "Δουβλινέζοι". Τελικά όμως το έργο αυτό τυπώθηκε το 1914 από τον οίκο Grant Richards. Την ίδια χρονιά δημοσιεύτηκε σε συνέχειες και το "Πορτρέτο του Καλλιτέχνη", στο περιοδικό "E