Για μισό περίπου αιώνα στον υποβλητικό βράχο της Σπιναλόγκας περπάτησαν, ερωτεύτηκαν, μαρτύρησαν αλλά και επιβίωσαν άνθρωποι που προέρχονταν από την "απέναντι όχθη", θύματα μιας ολόκληρης εποχής. Στο καστρόχτιστο νησί του Μεραμπέλλου, σ' ένα χώρο ταυτισμένο με την προκατάληψη, έχτιζαν τη ζωή τους από την αρχή οι εκτοπισμένοι, προσπαθώντας να ξεπεράσουν τις κοινωνικές αντιξοότητες, ώστε να προετοιμάσουν μια αξιοπρεπή αποχώρηση από τον "επίγειο παράδεισο". Ο αποκλεισμός αυτών των ανθρώπων και η καθημερινότητά τους υπήρξαν για πολλά χρόνια ζητήματα ταμπού για την ελληνική κοινωνία και την πεζογραφία της.
Δύο όμως Έλληνες συγγραφείς τόλμησαν να τα θίξουν, γράφοντας εν θερμώ δύο συγκλονιστικά κείμενα που έμειναν στην Ιστορία: η Γαλάτεια Καζαντζάκη, που δημοσίευσε το 1914 την "Άρρωστη πολιτεία της" αφηγούμενη μια ερωτική ιστορία που διαδραματίζεται στο νησί, και ο Θέμος Κορνάρος, που το 1933 έδωσε στον έξω κόσμο τη δική του καταγγελτική μαρτυρία με τον τίτλο "Σπιναλόγκα".
Με τον τόμο αυτό τα δύο κείμενα, της Καζαντζάκη και του Κορνάρου, δημοσιεύονται πρώτη φορά μαζί, ώστε να δημιουργήσει ο αναγνώστης μια ολοκληρωμένη, ρεαλιστική εικόνα για το νησί των σημαδεμένων, που συγκινεί ακόμα όποιον το επισκέπτεται από την ακτή απέναντι ή μέσα από τα βιβλία.
Περίληψη
Για μισό περίπου αιώνα στον υποβλητικό βράχο της Σπιναλόγκας περπάτησαν, ερωτεύτηκαν, μαρτύρησαν αλλά και επιβίωσαν άνθρωποι που προέρχονταν από την "απέναντι όχθη", θύματα μιας ολόκληρης εποχής. Στο καστρόχτιστο νησί του Μεραμπέλλου, σ' ένα χώρο ταυτισμένο με την προκατάληψη, έχτιζαν τη ζωή τους από την αρχή οι εκτοπισμένοι, προσπαθώντας να ξεπεράσουν τις κοινωνικές αντιξοότητες, ώστε να προετοιμάσουν μια αξιοπρεπή αποχώρηση από τον "επίγειο παράδεισο". Ο αποκλεισμός αυτών των ανθρώπων και η καθημερινότητά τους υπήρξαν για πολλά χρόνια ζητήματα ταμπού για την ελληνική κοινωνία και την πεζογραφία της.
Δύο όμως Έλληνες συγγραφείς τόλμησαν να τα θίξουν, γράφοντας εν θερμώ δύο συγκλονιστικά κείμενα που έμειναν στην Ιστορία: η Γαλάτεια Καζαντζάκη, που δημοσίευσε το 1914 την "Άρρωστη πολιτεία της" αφηγούμενη μια ερωτική ιστορία που διαδραματίζεται στο νησί, και ο Θέμος Κορνάρος, που το 1933 έδωσε στον έξω κόσμο τη δική του καταγγελτική μαρτυρία με τον τίτλο "Σπιναλόγκα".
Με τον τόμο αυτό τα δύο κείμενα, της Καζαντζάκη και του Κορνάρου, δημοσιεύονται πρώτη φορά μαζί, ώστε να δημιουργήσει ο αναγνώστης μια ολοκληρωμένη, ρεαλιστική εικόνα για το νησί των σημαδεμένων, που συγκινεί ακόμα όποιον το επισκέπτεται από την ακτή απέναντι ή μέσα από τα βιβλία.
Πληροφορίες προϊόντος
Συγγραφέας
Καζαντζάκη, Γαλάτεια,Κορνάρος, Θέμος
Eκδότης
Εκδόσεις Καστανιώτη
ISBN
9789600351422
Κωδικός Ευριπίδη 010100040748
Έτος κυκλοφορίας 2010
Σελίδες 209
Διαστάσεις 21χ14
Βάρος 336 gr
Καζαντζάκη, Γαλάτεια
Συγγραφέας
Γαλάτεια Καζαντζάκη (1881-1962). Η Γαλάτεια Αλεξίου γεννήθηκε στο Ηράκλειο της Κρήτης, πρωτότοκη κόρη του τυπογράφου Στυλιανού Αλεξίου και της Ειρήνης Ζαχαριάδη. Είχε τρία μικρότερα αδέρφια το Ραδάμανθυ, το Λευτέρη και την Έλλη. Η μόρφωσή της προήλθε από το οικογενειακό της περιβάλλον και από τη φοίτησή της σε γαλλικό σχολείο. Το 1911 παντρεύτηκε το Νίκο Καζαντζάκη, ενώ σε δεύτερο γάμο παντρεύτηκε το Μάρκο Αυγέρη. Ιδεολογικά εντάχτηκε από νεανική ηλικία (γύρω στο 1920) στο Κ.Κ.Ε. και διώχτηκε για τη δράση της από τη δικτατορία του Μεταξά αλλά και την μεταπολεμική κυβέρνηση. Πέθανε μετά από τραυματισμό σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα. Στη λογοτεχνία πρωτοεμφανίστηκε το 1906 με το πεζογράφημα Δικταίον Άντρον που δημοσίευσε στο περιοδικό Πινακοθήκη με το ψευδώνυμο Lalo de Kastro. Ακολούθησαν ποιήματα, μεταφράσεις, κριτικά δοκίμια, θεατρικά έργα και μελέτες της σε περιοδικά όπως ο Νουμάς, η Νέα Ζωή, το Δελτίο του Εκπαιδευτικού Ομίλου, τα Γράμματα, ο Μαύρος Γάτος, η Αναγέννηση, η Κρητική Στοά και άλλα, αρχικά με το πατρικό της όνομα ή με ψευδώνυμα και μετά τον πρώτο γάμο της με το όνομα Γαλάτεια Καζαντζάκη (από το 1914), το οποίο διατήρησε και μετά το διαζύγιό της. Το 1928 ανέλαβε υπεύθυνη ύλης στο Δελτίο της Εργατικής Βοήθειας (δημοσιογραφικού οργάνου του Κ.Κ.Ε.) και το 1931 αρχισυντάκτρια του περιοδικού Πρωτοπόροι. Ακολούθησε συνεργασία της με το περιοδικό Νέοι Πρωτοπόροι και την εφημερίδα Ελεύθερη Γνώμη, όπου δημοσίευσε άρθρα κοινωνικού και πολιτικού προβληματισμού, ενώ παράλληλα πραγματοποίησε διαλέξεις παιδαγωγικού και λογοτεχνικού περιεχομένου και εκδόσεις πεζογραφημάτων της. Οι λογοτεχνικές αναζητήσεις της Γαλάτειας Καζαντζάκη ξεκίνησαν από το χώρο του αισθητισμού (με σαφείς επιρροές από το Νίκο Καζαντζάκη) και σταδιακά πέρασαν από τους χώρους της ηθογραφίας και του κοινωνικού προβληματισμού για να την οδηγήσουν το 1933 με το μυθιστόρημα Γυναίκες σε μια προσπάθεια προσέγγισης του σοσιαλιστικού ρεαλισμού και κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής και του εμφυλίου στο χώρο της αντιστασιακής πεζογραφίας με έντονα ανθρωπιστικό προσανατολισμό. Παράλληλα αναπτύχθηκε και η σταδιακή αντιπαράθεση τη Γαλάτειας με το Νίκο Καζαντζάκη, η οποία κορυφώθηκε στο τελευταίο της βιβλίο που είχε τίτλο Άνθρωποι και Υπεράνθρωποι και στόχο την απομυθοποιητική (ομολογουμένως μονομερή) απεικόνιση του παλιού συντρόφου της ζωής της. Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία της Γαλάτειας Καζαντζάκη βλ. Αργυρίου Αλεξ., "Καζαντζάκη Γαλάτεια", Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό 4. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1985, Αφιέρωμα ·Γαλάτεια Καζαντζάκη · Εις μνήμην. Αθήνα, 1964, Καστρινάκη Αγγέλα, "Γαλάτεια Καζαντζάκη", Η παλαιότερη πεζογραφία μας· Από τις αρχές της ως τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο Ι΄ (1900-1914), σ.422-446. Αθήνα, Σοκόλης, 1997 και Μαυροειδή - Παπαδάκη Σοφία, "Καζαντζάκη Γαλάτεια", Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας 7. Αθήνα, Χάρη Πάτση, χ.χ.
(Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.).
Κορνάρος, Θέμος
Συγγραφέας
Θέμος Κορνάρος (1906-1970). Ο Θέμος Κορνάρος γεννήθηκε στη Σίββα της Μεσσαράς στην Κρήτη. Λόγω της φτώχειας της οικογένειάς του μπήκε από μικρός στη βιοπάλη και ταξίδεψε ανά την Ελλάδα ασκώντας διάφορα χειρωνακτικά επαγγέλματα. Όταν έφτασε στην πρωτεύουσα προσπάθησε να παρακολουθήσει μαθήματα στο Πανεπιστήμιο, δεν τα κατάφερε όμως γιατί παράλληλα δούλευε εργάτης στο χτίσιμο του Εθνικού Θεάτρου. Εκεί γνωρίστηκε με τον Κωστή Μπαστιά και μέσω αυτού με τον Φώτο Πολίτη, που δέχτηκε με ενθουσιώδεις κριτικές τα πεζογραφήματά του Το Άγιον Όρος και Σπιναλόγκα (1933). Συνέχισε να δουλεύει ως εργάτης ως το 1944, οπότε συνελήφθη από τα S.S. και κλείστηκε στο στρατόπεδο Χαϊδαρίου ως την Απελευθέρωση. Οι κακουχίες του είχαν και συνέχεια: καταδικάστηκε σε φυλάκιση δύο χρόνων με αφορμή το κείμενό του Αγύρτες και κλέφτες στην εξουσία (στραμμένο εναντίον αρχιεπισκόπου), συνελήφθη το 1947 και εξορίστηκε ως το 1952. Την εκδοτική του δραστηριότητα ξανάρχισε μετά το 1955 και ως το 1960 κυκλοφόρησε τέσσερα πεζογραφήματα και δύο τόμους ταξιδιωτικών εντυπώσεων και επιμελήθηκε δυο ανθολογιών αντιστασιακής λογοτεχνίας με τίτλους Θυσίες και δάφνες του ελληνικού λαού και Αρματωμένη Ελλάδα. Συνεργάστηκε με τα περιοδικά Νέοι Πρωτοπόροι, Ελεύθερα Γράμματα, Επιθεώρηση Τέχνης και την εφημερίδα Η Αυγή. Ταξίδεψε στην Ιταλία, την Ελβετία, τη Σοβιετική Ένωση και σε χώρες των βαλκανίων. Πέθανε στην Αθήνα κατά τη διάρκεια της δικτατορίας του Παπαδόπουλου. [Για τα τελευταία εφτά χρόνια της ζωής του δεν έχουμε στοιχεία, παρά μόνο πως αντιμετώπισε οικονομικά προβλήματα, καθώς οι εκδοτικοί οίκοι δεν σεβάστηκαν τα συγγραφικά του δικαιώματα. Ασαφής παραμένει επίσης ο λόγος του θανάτου του, ενώ δεν υπάρχουν χειρόγραφά του]. Στην Κρήτη εξέδωσε και το πρώτο του πεζογράφημα με τίτλο Έρωτας ή αναιστησία. Το πεζογραφικό έργο του Θέμου Κορνάρου τοποθετείται χρονικά στην ελληνική πεζογραφία της γενιάς του μεσοπολέμου. Το έργο του είναι στρατευμένο, έχει τη μορφή ντοκουμέντου καταγγελίας, κινείται στα πλαίσια της ρεαλιστικής γραφής και της άμεσης καταγραφής προσωπικών βιωμάτων του συγγραφέα με έντονα πολεμικό ύφος. Παράλληλα αν και ο Κορνάρος ήταν ενταγμένος στην Αριστερά, ο προβληματισμός του στα πρώτα του έργα ξεπερνούσε τα στενά όρια της πολιτικής και υπαγορευόταν από το γενικότερο ανθρωπιστικό ιδεολογικό προσανατολισμό του συγγραφέα. Με το πέρασμα του χρόνου οδηγήθηκε (κυρίως μετά το 1935) στο διδακτισμό και την αυστηρή ιδεολογική στράτευση, διατήρησε ωστόσο αμείωτη τη δεινότητα της αφηγηματικής του τεχνικής. Τα στοιχεία αντλήθηκαν από τα λήμματα Αργυρίου Αλεξ., «Θέμος Κορνάρος», Η μεσοπολεμική πεζογραφία · Από τον πρώτο ως τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο (1914-1939) Ε’, σ.122-134. Αθήνα, Σοκόλης, 1992, Ζήρας Αλεξ., «Κορνάρος Θέμος», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό 5. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1986 και Καμπάνης Φάνης, «Κορνάρος Θέμος», Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας 9. Αθήνα, Χάρη Πάτση, χ.χ.
(Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.).